Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

"Καρέκλα της σκέψης": οι μύθοι, οι αλήθειες και οι εναλλακτικοί τρόποι διαχείρισης κρίσεων

Τι σημαίνει το να βάλω ένα παιδί στην "καρέκλα της σκέψης"; Επιτρέπεται ή απαγορεύεται; Ποιοι μπορούν να εφαρμόσουν αυτό το μέτρο και σε ποιες ηλικίες παιδιών; Πόση διάρκεια πρέπει να έχει αυτή η προσωρινή απομάκρυνση του παιδιού; Το παιδί πώς νιώθει; Τι αποτελέσματα έχει αυτό το μέτρο; Πώς θα του εξηγήσουμε τι θα πρέπει να κάνει εκεί;

Υπάρχουν ικανοποιητικά τεκμηριωμένες με επιχειρήματα απαντήσεις τόσο "υπέρ" όσο και "κατά" της περίφημης "καρέκλας της σκέψης". Σε γενικές γραμμές,
"υπέρ" της "καρέκλας της σκέψης", είναι οι απόψεις σύμφωνα με τις οποίες, επειδή ένα "τιμωρητικό" μέτρο (απομόνωση) κρίνεται από το φροντίζοντα απαραίτητο να εφαρμοστεί προκειμένου να οριοθετηθεί τη στιγμή της "παράβασης" το παιδί, αντί να μιλήσουμε για γωνία της "τιμωρίας", αντικαθιστούμε το τιμωρητικό λεξιλόγιο σε πιο ουδέτερο και προτείνουμε ένα μέρος όπου το παιδί σε ένταση θα κάθεται λίγα λεπτά για να ηρεμήσει. Γι' αυτό και κάνουμε λόγο για καρέκλα "της σκέψης", για να τονίσουμε τη σκέψη, το στοχασμό αντίθετα από τα "θερμά συναισθήματα" που φέρνουν την επιθετική πράξη. Έτσι το παιδί σε ένταση, θα πρέπει να παραμείνει για λίγο χωρίς σωματική επαφή και "κόντρα" από τον ενήλικο, αφού μεταφερθεί χωρίς βία στην καρέκλα, ώστε να προσπαθήσει να ηρεμήσει μόνο του. Αυτό δεν θα πραγματοποιηθεί σε μια ψυχρή γωνία (όπως παλιά...) όπου θα είναι έκθετο, αλλά σε μια σωστή θέση που θα του επιτρέψει να χαλαρώσει. Επομένως, εκτός από την ονομασία του μέτρου, αλλάζουμε και το χώρο που λαμβάνει χώρα ώστε να βοηθήσουμε τη χαλάρωση. Σε αυτήν την περίπτωση, θα ήταν χωρίς ουσία να μιλάμε για την "καρέκλα της σκέψης" σε παιδιά άνω των 7-8 ετών που (υπό κανονικές συνθήκες) έχουν ωριμάσει τόσο ώστε να ξεκινήσουμε να κάνουμε πραγματικό διάλογο μαζί τους σχετικά με τους κανόνες και τις συνέπειες των πράξεων. Καταλαβαίνουμε εύκολα λοιπόν, ότι "κατά" της "καρέκλας της σκέψης", είναι οι απόψεις εκείνες στις οποίες η "καρέκλα της σκέψης", ακόμη κι αν ονομάζεται καρέκλα "της σκέψης" κι όχι "της τιμωρίας", συνδυάζεται με απότομη συμπεριφορά από τον ενήλικο και στην ουσία εκεί "εγκαταλείπεται" το παιδί και αντί να ηρεμήσει, η έντασή του κλιμακώνεται, θυμώνει περισσότερο και κάνει μόνο άσχημες σκέψεις. Εάν έχουμε φτάσει λοιπόν στο σημείο, ένα μέτρο προσωρινής απομάκρυνσης από την εστία της "κρίσης", να δημιουργήσει έναν ακόμη χώρο/ εστία έντασης, τότε θα πρέπει να δοκιμάσουμε κι άλλες μεθόδους.

Μήπως το παιδί έχει μεγαλώσει αρκετά κι εμείς συνεχίζουμε να το βλέπουμε ως "παιδί"; Οι συμπεριφοριστικού (στην πραγματικότητα) τύπου παρεμβάσεις, αφορούν τις μικρές ηλικίες παιδιών όπου δεν μπορούμε να εξηγήσουμε ικανοποιητικά στα παιδιά το λόγο των ορίων. Έτσι, τα όρια είναι αυστηρά και μπαίνουν μόνο από τον ενήλικο σε αυτή τη σχέση, χωρίς περιθώρια διαπραγμάτευσης. Η "καρέκλα της σκέψης" λοιπόν, είναι ένας τρόπος να αποφύγουμε την τιμωρία αλλά και να δώσουμε μια γενική ιδέα (τη "σκέψη", αλλά προσωπικά θα προσέθετα και τη "χαλάρωση"), αφού δεν μπορούμε να κάνουμε σε βάθος διάλογο με ένα μικρό παιδί. Ωστόσο, δεν μπορούμε να κάνουμε "υπερκατανάλωση" μιας παρέμβασης χωρίς να χρησιμοποιούμε εναλλακτικές, αλλά ούτε και έχουμε την ίδια αντιμετώπιση σε μια ίδια παράβαση που είναι σοβαρή, επαναλαμβάνεται ή κλιμακώνεται. Αλλά και όταν υπάρχουν δυο παιδιά στην οικογένεια, τότε είναι ακόμη πιο δύσκολο να έχουμε "δυο μέτρα και δυο σταθμά" στην αντιμετώπιση των "παραβάσεων". Σε μεγαλύτερα παιδιά (πάνω από επτά ετών), εάν -όντως!- έχουν (σοβαρό) πρόβλημα με την τήρηση των κανόνων και των ορίων, είναι απαραίτητη η επίκληση ενός ειδικού που θα δώσει εξατομικευμένα, πολύ καλύτερες συμβουλές και περισσότερες εναλλακτικές, οι οποίες, είτε θα βασίζονται και στη δομημένη συζήτηση και στην επανόρθωση, είτε θα περιλαμβάνουν ειδικές κατευθύνσεις στην περίπτωση που διαγνωστεί κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα.

Γενικά όμως, οι σύγχρονες εκπαιδευτικές μέθοδοι τονίζουν την "ένταξη/ υποστήριξη" έναντι της "τιμωρίας". Οι "υποστηρικτικές απαντήσεις" σε συμπεριφορές που χρειάζονται οριοθέτηση, συνδυάζουν τον "έλεγχο" και τη "λογοδοσία" αποκλειστικά με την "επανόρθωση" της πράξης και την ανάκτηση της "ανωτερότητας" και της ικανοποίησης όλων των πλευρών. Και να μην ξεχνάμε να αφήνουμε και μερικά πράγματα "απαρατήρητα", ώστε τα "όχι" και τα "μη" να έχουν ουσιαστική βάση αλλά και να είναι δυνατόν να τηρηθούν από ένα παιδί. Το πιο σημαντικό, όμως, απ΄ όλα είναι, όπως τονίζουμε συχνά, ότι ένα "παραβατικό" παιδί είναι και πληγωμένο και παιδί. Ό,τι κι αν έχει διαπράξει ένα παιδί, δεν μειώνουμε την αξιοπρέπεια του και προσέχουμε πολύ πώς του μιλάμε ώστε να μην το προσβάλουμε μπροστά σε άλλους. Εάν δείξουμε απόρριψη σε ένα παιδί και δεν του αφήσουμε τρόπους να επανορθώσει και να κερδίσει ξανά το βλέμμα αποδοχής μας, εάν του δείξουμε  δηλαδή ότι έχει κλείσει η αγκαλιά μας, τότε σίγουρα θα αποθαρρυνθεί και θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται με το λανθασμένο τρόπο, αφού θα είναι σαν να μην έχει κάτι άλλο να "χάσει" ή να "κερδίσει"...

Χριστίνα Καλαβρή,
ψυχολόγος-εγκληματολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου